Νομικά Θέματα

Ποινικοποίηση και νομική διάσταση της HIV λοίμωξης

Το ποινικό δίκαιο είναι ένα επικίνδυνο όργανο για την πρόληψη του HIV.

Ωστόσο, από τη Βρετανία ως τις ΗΠΑ, από το Μάλι ως τη Μοζαμβίκη, από το Αζερμπαϊτζάν ώς την Αυστραλία, οι ποινικοί νόμοι χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο για να διώκουν άτομα που μεταδίδουν τον ιό HIV. Κάτι που υπονομεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και πλήττει τις προσπάθειες για την παγκόσμια αντιμετώπιση του HIV.

Η απλοϊκή θεωρία ότι «ο νόμος πρέπει να είναι αυστηρός προς όλους» δεν βοηθά στην αντιμετώπιση του HIV και ο τρόπος με τον οποίο κρίνουν τα δικαστήρια σε μεμονωμένες περιπτώσεις όπως αυτές αναφέρονται στα μέσα ενημέρωσης, εντείνει ένα κλίμα άρνησης, μυστικότητας και φόβου. Δημιουργείται έτσι ένα γόνιμο έδαφος για τη συνέχιση και τη ραγδαία εξάπλωση του ιού HIV.

Αν και το Ηνωμένο Βασίλειο παίζει παγκόσμιο ηγετικό της ρόλο σε πολλά ζητήματα που σχετίζονται με τον ιό HIV, δεν αποτελεί λαμπρό παράδειγμα σε σχέση με την ποινικοποίηση. Η κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης ποινικών διώξεων σχετικά με το HIV στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει δημιουργήσει πρωτοσέλιδα όπως "Ο Δολοφόνος του AIDS", υπονομεύοντας δεκαετίες εργασίας για να μειωθεί το στίγμα που σχετίζεται με τον ιό HIV. Συνολικά 16 διώξεις από την Εισαγγελία έχουν λάβει χώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 2001, αποδιοργανώνοντας ζωές και βλάπτοντας τη δημόσια υγεία.

Στην πραγματικότητα, τα νομικά πρότυπα που ορίζονται από πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν παρέχουν πρότυπα για μίμηση.

Από το 2005, ένα κύμα νομοθεσιών για την ποινικοποίηση μετάδοσης του ιού HIV έχει σαρώσει όλη την Αφρική. Στη Σιέρα Λεόνε, για παράδειγμα, η προσέγγιση αυτή οδήγησε στην έγκριση ενός νόμου που ποινικοποιεί ρητά μια μητέρα που ζει με τον ιό HIV και εκθέτει το έμβρυο στον ιό. Στην Αίγυπτο, όσοι απλώς ζουν με τον ιό HIV μπορεί να διωχθούν για εγκλήματα «ακολασίας».

"Σήμερα ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα της επιδημίας του AIDS είναι η χρήση του ποινικού δικαίου και οι ποινικές διώξεις κατά της μετάδοσης του ιού HIV. Οι εν λόγω νόμοι τυγχάνουν ολοένα ευρύτερης εφαρμογής και οι επιπτώσεις τους είναι τρομακτικές. Ο HIV είναι ένας ιός, δεν είναι όργανο εγκλήματος. Το γεγονός αυτό είναι στοιχειώδες, και πολύ σημαντικό. Πολύ συχνά οι νόμω υπεύθυνοι και οι εισαγγελείς το παραβλέπουν αυτό." - λέει ο Edwin Cameron, Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Νότια Αφρική.

Σε έναν αυξανόμενο αριθμό χωρών, η μετάδοση ή η έκθεση στον ιό HIV από ένα πρόσωπο σε άλλο μπορεί να είναι αδίκημα σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο. Οι κατηγορίες που βασίζονται σε διάφορους νόμους, είτε ειδικά για μετάδοση ή έκθεση στον ιό HIV, είτε σύμφωνα με άλλους νόμους περί φόνου, απόπειρας φόνου, επίθεσης, σοβαρών σωματικών βλαβών ή δηλητηρίασης. Σε ορισμένες χώρες, γίνεται διάκριση μεταξύ προθέσεως, «απερίσκεπτης», ή ακόμη και αμελής μετάδοσης του ιού HIV.

Ενώ κάποιοι πιστεύουν ότι δια της ποινικοποίησης της δημόσιας υγείας, μπορούν να προωθήσουν την πρόληψη της νόσου του HIV, μπορούν επίσης να αποτρέψουν τους ανθρώπους από την πρόσβαση σε εθελοντική συμβουλευτική, να τους αποθαρρύνουν τους από το να κάνουν ένα τεστ για HIV και να εμποδίσουν τους ανθρώπους από την αναζήτηση κατάλληλης φροντίδας και υποστήριξης.

Υπάρχουν κάποια στοιχεία το οποία πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψιν:

Η σεξουαλική υγεία θα πρέπει να είναι ευθύνη του κάθε ατόμου και των δύο συντρόφων σε μια σεξουαλική σχέση. Παρόλα αυτά η ποινικοποίηση της μετάδοσης του ιού HIV ή της έκθεσης σε αυτόν, υπονομεύει την αρχή αυτή και αναγκάζει τα άτομα που ζουν με τον ιό HIV να φέρουν μεγαλύτερη ευθύνη για την προστασία της σεξουαλικής υγείας των συντρόφων τους. Για να επιτύχει η πρόληψη, ο καθένας πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για τη δική του υγεία και να έχει πρόσβαση στην πρόληψη, τη θεραπεία, τον έλεγχο, την περίθαλψη και υποστήριξη.

Η ποινικοποίηση της μετάδοσης του ιού HIV, μαζί με τους νόμους ποινικοποίησης συμπεριφορών που σχετίζονται με τον ιό HIV (ιερόδουλες, χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ή όσοι κάνουν σεξ με κάποιον του ιδίου φύλου) μπορούν περαιτέρω να περιθωριοποιήσουν τους ανθρώπους που έχουν προσβληθεί από τον ιό HIV. Ανάλογα με το πλαίσιο, αυτές οι ομάδες μπορούν να περιλαμβάνουν: τις γυναίκες, τους νέους, τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είναι φυλακισμένες, οι άνδρες που έχουν σεξουαλικές σχέσεις με άνδρες (MSM), τα άτομα που κάνουν χρήση ναρκωτικών, οι μετανάστες (νόμιμοι και παράνομοι), οι ορατές μειονότητες, οι ιερόδουλες, τα άτομα που πλήττονται από συγκρούσεις και καταστροφές και οι αυτόχθονες πληθυσμοί. Ο φόβος της δίωξης μπορεί να αποδυναμώσει την προσπάθεια πρόληψης της νόσου HIV σε όσους την έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.

Οι πολιτικοί, οι νομοθέτες και οι ομάδες υπεράσπισης των δικαιωμάτων των γυναικών συχνά επιδιώκουν την ειδική νομοθεσία ως μέτρο για την «προστασία των γυναικών», αλλά όταν εφαρμόζονται οι νόμοι αυτοί έχουν ως στόχο τις γυναίκες. Η ποινική νομοθεσία συμπεριφέρεται ισότιμα ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, όταν πρόκειται για ποινική ενοχή για τη μετάδοση του ιού HIV. Όμως, άλλες νομοθεσίες ή εθιμικά δίκαια συχνά κάνουν διακρίσεις εις βάρος γυναικών και κοριτσιών, όπως είναι οι νόμοι που στερούν από τις γυναίκες της κληρονομικά και ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να εξεταστούν για HIV, είτε μέσω γυναικολογικών εξετάσεων ρουτίνας είτε πριν τον τοκετό, και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε δυσανάλογη δίωξη γυναικών για μετάδοση του HIV.

Η ποινικοποίηση της μετάδοσης του ιού HIV στοχεύει σε όσους γνωρίζουν την HIV-θετικότητά τους. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν με το HIV χωρίς να το γνωρίζουν και μπορούν εν αγνοία τους να μεταδώσουν τον ιό HIV. Σε ορισμένες περιπτώσεις η ποινικοποίηση μπορεί επίσης να έχει επίδραση σε εκείνους που φαίνεται να έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV (χωρίς πραγματικά να έχει διαγνωσθεί) και συνδέονται με την κοινωνική περιθωριοποίηση και την ευπάθεια στον ιό HIV. Επιδεινώνοντας το στιγματισμό και τις διακρίσεις εις βάρος όσων ζουν με το HIV ή που είναι περισσότερο ευπαθείς στο HIV ενδέχεται να υπονομεύει, αντί να προωθεί, τις προσπάθειες για την πρόληψη της νόσου.

Τα αποδεικτικά στοιχεία σε ποινικές διώξεις σχετικά με τον ιό HIV μπορεί να να παρεξηγηθούν. Ο νόμος είναι ένα μέσο που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί μόνο για την επιβολή κυρώσεων όταν βασίζεται σε αποδείξεις. Ωστόσο, παρέχοντας τα στοιχεία γύρω από τη μετάδοση του ιού από άτομο σε άτομο γίνεται όλο και πιο περίπλοκο το ζήτημα. Θέματα όπως η επίδραση της αντιρετροϊκής θεραπείας (ART) στην «μολυσματικότητα» και τη μεγάλη δυσκολία του επιστημονικού καθορισμού του χρόνου και την προέλευση της λοίμωξης (π.χ. «ποιός από τους δύο το είχε πρώτος») σε περιπτώσεις σεξουαλικής μετάδοσης, πρέπει να μελετούνται προσεκτικά.

Ποινικοί νόμοι που αφορούν την μετάδοση του ιού HIV υπονομεύουν τα δικαιώματα των ανθρώπων που ζουν με τον ιό HIV. Το δίκαιο μπορεί να αποτελέσει εργαλείο για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για τη προώθηση στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο της υγείας για όλους, χωρίς τον στιγματισμό και τις διακρίσεις. Ωστόσο, η δίωξη της μετάδοσης του ιού HIV αμφισβητεί και τα δύο. Όταν εφαρμόζεται στην περίπτωση της HIV νόσου, χαρακτηρίζει όσους ζουν με τον ιό HIV και υπονομεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα τους.

Όλοι επηρεάζονται από την ποινικοποίηση της μετάδοσης του HIV. Οι άνθρωποι που ζουν με τον HIV μπορεί να αντιμετωπίσουν αυξημένη προκατάληψη, στιγματισμό και να αρχίσουν να θεωρούν τους εαυτούς τους ως δυνητικούς εγκληματίες.


Το περιοριστικό νομοθετικό πλαίσιο στην Ελλάδα

  • Την 1η Απριλίου 2012, ο Υπουργός Υγείας κ. Ανδρέας Λοβέρδος, με σχετική Υπουργική Απόφαση προχώρησε στην έκδοση της Υγειονομικής Διάταξης 39Α με θέμα: «ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΣΗΣ ΛΟΙΜΩΔΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ». Με τη Διάταξη επιβάλλεται υποχρεωτική εξέταση για HIV στα άτομα που κάνουν χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών, στα εκδιδόμενα άτομα που στερούνται του προβλεπόμενου βιβλιαρίου υγείας και στους μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα που προέρχονται από χώρες που ενδημεί η νόσος. Επίσης σύμφωνα με τη Διάταξη, επιβάλλεται περιορισμός-καραντίνα σε όσα άτομα κρίνεται απαραίτητο. Επιπλέον οι κύριοι ή οι εκμισθωτές κτιρίων και λοιπών χώρων διαμονής, υποχρεούνται να ενεργήσουν για την άμεση αποβολή των διαμενόντων που θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.

  • Την 30η Απριλίου 2013, η Υφυπουργός Υγείας κ. Φωτεινή Σκοπούλη, με νέα Υπουργική Απόφαση προχώρησε στην κατάργηση της Υγειονομικής Διάταξης 39Α.

  • Την 3η Ιουλίου 2013, ο Υπουργός Υγείας κ. Άδωνις Γεωργιάδης, με νέα Υπουργική Απόφαση προχώρησε στην επαναφορά σε ισχύ της Υγειονομικής Διάταξης 39Α.

  • Την 2η Απριλίου 2015, ο Υπουργός Υγείας κ. Παναγιώτης Κουρουμπλής, με νέα Υπουργική Απόφαση προχώρησε και πάλι στην κατάργηση της Υγειονομικής Διάταξης 39Α.


Προσωποκράτηση ατόμων με HIV λοίμωξη στην Ελλάδα

Ως το 2008, κρατούνταν περίπου 30 οροθετικά άτομα στις Ελληνικές φυλακές για διάφορα ποινικά αδικήματα.

Στο τέλος το 2008, μετά την ψήφιση του νόμου 3727 που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α 257/18.12.2008, οι οροθετικοί κρατούμενοι σε φυλακές της Ελληνικής επικράτειας, έχουν τη δυνατότητα να αποφυλακιστούν με μια απλή αίτηση.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Κεφάλαιο Α' - άρθρο 20 του πιο πάνω νόμου:
"Η παράγραφος 1 του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: Απόλυση υπό όρο χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 του Ποινικού Κώδικα, εφόσον ο κατάδικος νοσεί από Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοποιητικής Ανεπάρκειας."


Ιατρικό απόρρητο και Ελληνικό Δίκαιο

Σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία, όλα τα στοιχεία που αφορούν τους ασθενείς είναι εμπιστευτικά. Το Ελληνικό Δίκαιο προστατεύει το ιατρικό απόρρητο ως μερικότερη έκφραση του απαραβίαστου της προσωπικότητας και του δικαιώματος σεβασμού του ασθενούς, μέσα από το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία ισχύει και ως εθνικό δίκαιο από το 1974 (ΝΔ 53/1974), τον Ποινικό (371) και τον Αστικό Κώδικα (57 επ., 914 επ., 932 επ.), την ισχύουσα Ιατρική Δεοντολογία (άρθρα 22 και 23 του ΑΝ 1565/1939 και τα άρθρα 15 και 18 του ΒΔ 25-5/6-7-1955), το Νόμο 2071/1992, καθώς και από τους πειθαρχικούς κανονισμούς των Ιατρικών Συλλόγων και Νοσοκομείων.

Ο γιατρός ή ο νοσηλευτής που παραβιάζει το ιατρικό απόρρητο είναι δυνατό να υπέχει ποινική, αστική ή πειθαρχική ευθύνη.

Την ποινική ευθύνη προβλέπει ρητά το άρθρο ΠΚ 371, με τίτλο «Παραβίαση Επαγγελματικής Εχεμύθειας», στο οποίο ορίζεται ότι:

  1. Κληρικοί, δικηγόροι και κάθε είδους νομικοί παραστάτες, συμβολαιογράφοι, γιατροί, μαίες, νοσοκόμοι, φαρμακοποιοί και άλλοι, στους οποίους κάποιοι εμπιστεύονται, συνήθως λόγω του επαγγέλματός τους ή της ιδιότητάς τους, ιδιωτικά απόρρητα, καθώς και οι βοηθοί των προσώπων αυτών, τιμωρούνται με χρηματική ποινή ή με φυλάκιση μέχρι ενός έτους αν φανερώσουν ιδιωτικά απόρρητα, που τους εμπιστεύτηκαν ή που τα έμαθαν λόγω του επαγγέλματός τους ή της ιδιότητάς τους.
  2. Όμοια τιμωρείται όποιος, μετά το θάνατο ενός από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 και απ’ αυτή την αιτία, γίνεται κάτοχος εγγράφων ή σημειώσεων του νεκρού σχετικών με την άσκηση του επαγγέλματός του ή της ιδιότητάς του και από αυτά φανερώνει ιδιωτικά απόρρητα.
  3. Η ποινική δίωξη γίνεται μόνο με έγκληση.
  4. Η πράξη δεν είναι άδικη και μένει ατιμώρητη, αν ο υπαίτιος απέβλεπε στην εκπλήρωση ιδιαίτερου καθήκοντός του ή στη διαφύλαξη εννόμου ή για άλλο λόγο δικαιολογημένου ουσιώδους συμφέροντος δημοσίου ή του ίδιου ή κάποιου άλλου, το οποίο δεν μπορούσε να διαφυλαχθεί διαφορετικά.

Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παραπάνω διάταξης είναι οι ακόλουθες:

  • Δόλος συνιστάμενος στη γνώση ότι πρόκειται περί ιδιωτικού απορρήτου
  • Ανακοίνωση (πράξη ή παράλειψη, π.χ. η πλημμελής επιτήρηση αρχείου)
  • Έγκληση αυτού που υπέστη τη ζημιά από την ανακοίνωση.

Σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του 371 ΠΚ άρθρου, η παραβίαση του απορρήτου δικαιολογείται και αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξης, όταν ο γιατρός που παραβαίνει την υποχρέωσή του για την τήρηση του απορρήτου αποβλέπει στην:

Εκπλήρωση ιδιαίτερου καθήκοντος: Ο γιατρός είναι υποχρεωμένος να ανακοινώσει ορισμένα γεγονότα (γεννήσεις, θανάτους ή μολυσματικές νόσους) (Νόμος 344/1967). Επίσης, η υποχρέωση τήρησης του απορρήτου αίρεται για τους γιατρούς που κατέχουν θέσεις επιθεωρητή, πραγματογνώμονα ή ελεγκτή.

Διαφύλαξη εννόμου ή για άλλο λόγο δικαιολογημένου ουσιώδους συμφέροντος: Ο γιατρός μπορεί να ανακοινώσει το απόρρητο, όταν αποσκοπεί στην αποτροπή εγκληματικών πράξεων ή παράδοση του δράστη στις αρχές ή προκειμένου να διαφυλάξει τη Δημόσια Υγεία αποκαλύπτοντας στις αρχές μεταδοτική νόσο από την οποία πάσχει ο ασθενής. Επίσης, όταν ο γιατρός διεκδικεί την αμοιβή του, όταν προσπαθεί να πείσει το Δικαστήριο ότι δεν είναι ένοχος για έγκλημα που κατηγορείται ή κάθε φορά που προσπαθεί να διαφυλάξει δημόσιο ή ιδιωτικό συμφέρον.

Ο Νόμος 2071/92 για τον εκσυγχρονισμό και την οργάνωση του ΕΣΥ, με το άρθρο 47 προστατεύει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα του ασθενούς για προστασία του απορρήτου των πληροφοριών που τον αφορούν. Συγκεκριμένα, ορίζει ότι: «Ο ασθενής έχει το δικαίωμα, στο μέτρο και στις πραγματικές συνθήκες που αυτό είναι δυνατό, προστασίας της ιδιωτικής του ζωής. Το απόρρητο των πληροφοριών και του περιεχομένου των εγγράφων που τον αφορούν, του φακέλου των ιατρικών σημειώσεων και ευρημάτων, πρέπει να είναι εγγυημένο».

Εκτός ή παράλληλα από την ποινική, ο γιατρός μπορεί να υπέχει και αστική ευθύνη κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα. Σύμφωνα με το άρθρο 57 ΑΚ, αναγνωρίζεται και προστατεύεται το δικαίωμα του ατόμου στην ίδια του την προσωπικότητα, στοιχείο της οποίας αποτελεί και το απόρρητο της ιδιωτικής του ζωής. Σε περίπτωση παραβίασης αυτού του δικαιώματος θα ζητηθεί άρση της προσβολής στο μέλλον (π.χ. σε περίπτωση επίδειξης ή δημοσίευσης μιας φωτογραφίας ή ακτινογραφίας του ασθενούς, χωρίς την άδειά του ή την κάλυψη των χαρακτηριστικών του). Τα άρθρα 914 και 932 ΑΚ ορίζουν την αποζημίωση που θα υποχρεωθεί να καταβάλει ο γιατρός για την κάλυψη της ζημίας του ασθενούς.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, ο γιατρός υποχρεούται να καταθέσει τη μαρτυρία του, όταν αυτή του ζητηθεί από το Δικαστήριο. Όμως και πάλι ειδικός νόμος ορίζει τη μη εξέταση του γιατρού ως μάρτυρα για πληροφορίες που αφορούν τον ασθενή. Ο γιατρός οφείλει μεν να εμφανιστεί και να ορκιστεί, αλλά εξαιρείται από την υποχρέωση κατάθεσης. Το άρθρο 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ορίζει: «(α) Επί ποινής ακυρότητας της διαδικασίας δεν εξετάζονται ούτε εν τη προδικασία ούτε εν τη κυρία διαδικασία... (γ) οι γιατροί, οι φαρμακοποιοί και οι βοηθοί αυτών και αι μαίαι, ως προς τα διαπιστευθέντα αυτοίς κατά την ενάσκησιν του επαγγέλματός των, εκτός όπου ειδικός νόμος υποχρεοί τούτους εις αναγγελίαν προς την αρχήν». Σε περίπτωση όμως που ο γιατρός δεν επιθυμεί να εμπλακεί σε δικαστικές διαδικασίες, ίσως προτάξει ως δικαιολογία την υποχρέωσή του για προστασία του ιατρικού απορρήτου. Τότε, το Δικαστήριο συνήθως απευθύνεται στον τοπικό Ιατρικό Σύλλογο, που γνωμοδοτεί ως προς το ποια στοιχεία συνιστούν το απόρρητο, ποια όχι και αναλόγως επιβάλλει στο γιατρό την κατάθεση ενώπιόν του. Όμως, σε περίπτωση ποινικής δίωξης εναντίον του γιατρού, ο Ποινικός Κώδικας προβλέπει την παραβίαση του απορρήτου, για να κατοχυρώσει στο γιατρό το δικαίωμα υπεράσπισης του εαυτού του.

Επίσης, εκτός από την ποινική και την αστική, ο γιατρός μπορεί να φέρει ταυτόχρονα και πειθαρχική ευθύνη απέναντι στον αρμόδιο Ιατρικό Σύλλογο ή την αρμόδια πειθαρχική αρχή του νοσηλευτικού ιδρύματος.


Σχετικοί εξωτερικοί σύνδεσμοι:



NEJM

Πρόσφατες δημοσιεύσεις στο περιοδικό New England Journal of Medicine

Loading...

About us

Στο hivaids.gr, φιλοξενούμε αφιλοκερδώς το "Πρόγραμμα Συνεργασίας" Μονάδων Λοιμώξεων για την ανάπτυξη διαδικτυακής τράπεζας κλινικών παραμέτρων. Το Πρόγραμμα δημιουργήθηκε από έναν γιατρό ειδικό στην HIV λοίμωξη με τη συμμετοχή των Μονάδων: Περισσότερα

% Αναπηρία και HIV

Νέος κανονισμός

Ενιαίος Πίνακας Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας

Ημερολόγιο

@ Διαύγεια

ΔιαύγειαΔι@ύγεια

διαφάνεια στο κράτος

Διαδικτυακές αναρτήσεις διοικητικών αποφάσεων για το HIV/AIDS

Έρευνα

Σας έχει σπάσει ποτέ το προφυλακτικό κατά τη διάρκεια μιας ερωτικής επαφής;
Ναι
Όχι
Δεν χρησιμοποιώ

Επικοινωνία

Newsletter

Ανακοινώσεις

Χρήσιμες πληροφορίες